…Αξίζεις. Αξίζεις, επειδή είσαι πλάσμα του Θεού, δημιούργημά Του. Επειδή ο Θεός σ’ αγαπάει και όλος ο ουρανός ασχολείται μαζί σου, σε φροντίζει και σου δίνει σημασία. Ακόμα και αν δε σε πάρει κανένας τηλέφωνο για μια μέρα, ακόμα και αν δε σου μιλήσει κανείς, έχεις μια φοβερή δυναμική μέσα σου. Είσαι ένα πλάσμα που όμοιο του δεν υπάρχει σ’ όλη τη γη. Κανείς δεν είναι σαν κι εσένα, δεν έχει τα γνωρίσματά σου, τα χαρίσματά σου μα και τά προβλήματά σου. Ο Χριστός σ’ αγαπάει και σου δίνει σημασία. Θέλει να σε δυναμώσει.
Πώς θα γίνει αυτό; Με τα σκαμπανεβάσματα. Τη μια στιγμή νοιώθεις πως έχεις τον Χριστό και την άλλη Τον χάνεις. Τη μια ερχεται και την άλλη φεύγει. Οπως ακριβώς ένοιωσαν και οι μαθητές Του μετά την Ανάσταση, όταν περπάταγαν περίλυποι και χαμένοι στις σκέψεις τους προς Εμμαούς. Μόλις άρχισαν να νοιώθουν την καρδιά τους να φλέγεται κι άρχισαν να καταλαβαίνουν τον Κύριο, Εκείνος έφυγε πάλι μακριά τους. Γιατί; Για να τους κάνει πιο δυνατούς. Τους άφησε μόνο τη γλυκιά γεύση στην ψυχή τους, τη θερμότητα, την πίστη και τη δύναμη. Να πιστεύουν, ν' αγγίζουν και να νοιώθουν παρόντα τον αόρατο. Να νοιώθουν ότι κρατούν Αυτόν που όλο τους φεύγει, αφήνοντας όμως πίσω Του την ευωδία Του, τη γλυκύτητά Του, το ζήλο και τον πόθο.
Ο Χριστός θέλει να Τον αγαπάμε, χωρίς όμως να νοιώθουμε τη βεβαιότητα ότι Τον κρατούμε. Δε θέλει να μας δώσει σιγουριά, αλλά να μας αφήσει σ' ένα μετέωρο κενό, στο οποίο μπορούμε να κάνουμε τις ωραιότερες πτήσεις, τα ομορφότερα σχέδια στον ουρανό της αγάπης Του, στο πέλαγος της ζωής, αφημένοι στους κυματισμούς Του. Μπορεί να νομίζεις ότι δεν ξέρεις πού πας μέσα στο πέλαγος. Τότε, Εκείνος σου λέει: «Άσε τον άνεμο, θα σε πάει αυτός», «Μα δεν έχω πυξίδα. Νοιώθω ότι δεν ξέρω τίποτα», «Άφέσου και θα βγεί κάτι καλό»…