Γνωρίζει έναν Χριστιανό και απογοητεύεται ο άλλος. Και σου λέει: «τι είναι αυτά τα πράγματα; Έτσι είναι οι Χριστιανοί; Καλύτερα που ήμασταν με οποιονδήποτε άλλον άνθρωπο, παρά με αυτόν»!
Βάζει τηλεόραση να δει. Ακούει περιστατικά, ας πούμε, για μένα. Λέει: «Ένας παπάς έκλεψε το παγκάρι». Λες: «Τι γίνεται εκεί πέρα; Πού είναι το Ευαγγέλιο; Πού είναι το Ευαγγέλιο στην πράξη»; Ο άλλος θέλει να δει αυτό το βίωμα. Κλονίζεται. Δεν θα 'πρεπε. Αλλά τώρα, επειδή μιλάμε μεταξύ μας. Έτσι; Και είμαστε άνθρωποι που είμαστε κοντά στον Χριστό, λέμε, που κοινωνάμε, που προσευχόμαστε. Σου λέει ο άλλος: «Το ζεις αυτό το πράγμα που λες; Το εφαρμόζεις»;
Μου είπε (ένας) άνθρωπος να του βρω φίλους Χριστιανούς. «Που να μην μ' απογοητεύσουν· δεν εννοώ να είναι αλάνθαστοι». Αλλά πώς να το πω; Να βγαίνει από την ψυχή τους μια χαρά, να βγαίνει μια ευτυχία, να βγαίνει μια συνέπεια στη ζωή τους. Έτσι (που) να μην γνωρίσεις κάποιον και μετά από λίγο φανεί ότι είναι πονηρός, ότι είναι ιδιοτελής, ότι κορόιδευε, ότι υποκρινόταν, ότι άλλα έλεγε και άλλα ήταν. Ότι άλλο έδειχνε. Έ, κάτσε, σου λέει· η διαφορά τότε ποια είναι η δική σου;
Ποια είναι η διαφορά; Ότι έχεις μια ταυτότητα; Ότι κάνεις μια νηστεία εξωτερικού τύπου; Ότι λιβανίζεις; Ποια είναι η διαφορά; Στην ποιότητα της ψυχής σου, μέσα σου! Όχι το προφίλ! Το προφίλ, εντάξει, φοβερό είναι. Εντυπωσιακό. Αφού σου λέω· εγώ σαν κληρικός έχω ένα προφίλ ιερατικό, φοβερό, κ.λπ. και ο άλλος με γνωρίζει και απογοητεύεται. Και μου λέει: «Αν απογοητεύτηκα από σένα που είσαι ένας ιερέας, ε, τότε πού θα βρω το βίωμα που λες; Ποιος το ζει αυτό;»
Γι' αυτό σου είπα στην αρχή. Ρωτούν μερικοί: «Ο Χριστιανισμός πού βιώνεται; Σε ποιον πλανήτη; Στη γη; Γιατί στη γη, δεν το βλέπω γύρω μου. Πού είναι»;
Καταλαβαίνεις πόση μετάνοια έχουμε ν' αγγίξουμε; Πρέπει να μετανοήσουμε πάρα πολύ. Πρέπει να μετανοήσουμε πάρα πολύ για όλα αυτά. Κι αν θέλω να πω ιστορίες θα πρέπει να ψάχνω ιστορίες, περιστατικά από δω και από κει, τι διάβασα στο Γεροντικό, τι είπε ο τάδε πριν πεντακόσια χρόνια, ή να βρούμε πέντε ανθρώπους. Εντάξει· ότι υπάρχουν, υπάρχουν!
Υπάρχουν, αλλά θα 'πρεπε να ήμασταν περισσότεροι. Έτσι να ζούμε όλοι!.. Αυτό είπε ο Κύριος τουλάχιστον. Ο Κύριος είπε, «Σας αφήνω να σας βλέπουν οι άνθρωποι και να καταλαβαίνουν ότι Εγώ είμαι μέσα σας. Σας αφήνω και θα καταλάβουν όλοι ότι είστε μαθητές Μου, αν έχετε αγάπη μεταξύ σας».
Ξεκάθαρα πράγματα. Είναι συμβολικό και αυτό;
Ξεκάθαρα, λέει, «Για να καταλάβουν οι άλλοι ότι είστε μαθητές Μου, θα βλέπουν ότι έχετε μεταξύ σας αγάπη».
Πού είναι αυτή; Πού είναι αυτή; Σου ξαναλέω. Δεν σε κρίνω! Τον εαυτό μου κρίνω, που βλέπω ότι δεν έχω αγάπη. Δεν αγαπώ. Δεν συγχωρώ. Δεν είμαι ανοιχτός στους άλλους. Δεν μπορώ να δεχτώ ότι και ο άλλος είναι σπουδαίος, είναι ανοιχτός, είναι καλός, ότι είναι σημαντικός. Δεν μπορώ να δεχτώ ότι και ο άλλος μπορεί να πει κάτι πολύ πιο σωστό από μένα. Να επαινέσω κάποιον άλλον, μια άλλη προσπάθεια, έναν άλλο σύλλογο, ένα άλλο κίνημα, μια άλλη αδελφότητα, ένα άλλο μοναστήρι.
Για δες λίγο. Γ ια δες λίγο, πώς είμαστε οι χριστιανοί μεταξύ μας. Εσύ λες: «Ποιος είσαι; Τίνος είσαι; Σε ποια παρέα ανήκεις; Με ποιους είσαι»; Και λες: «Δηλαδή, αγάπη δεν έχουμε εμείς μεταξύ μας; Τι μας ενώνει; Ποιος μας ενώνει; Ο Χριστός ή άλλα πράγματα;» Δεν χρειάζεται να τα λέμε μεταξύ μας. Τα βλέπει ο κόσμος. Και μας τα λένε οι άλλοι. Είπε ο Κύριος: «Θα καταλάβετε ότι είστε δικοί Μου, αν έχετε αγάπη».
Πού είναι η αγάπη; Πού είναι η αγάπη μεταξύ σας;
Θυμάσαι τι έλεγε ο Γ κάνη; «Μου αρέσει πολύ ο Χριστός σε αυτά που λέει, αλλά μ' έχουν απογοητεύσει οι χριστιανοί». Όχι γιατί είναι άνθρωποι και έχουν αδυναμίες. Όλοι έχουμε αδυναμίες, αλλά εντάξει· κάτσε τώρα. Τουλάχιστον αυτός δεν κοινώνησε ποτέ του, τουλάχιστον αυτός δεν κράτησε στα χέρια του κομποσκοίνι. Τουλάχιστον αυτός δεν πήγε στο Άγιο Όρος. Τουλάχιστον αυτός δεν ζούσε τέτοια ζωή μέσα στη χάρη του Θεού. Έτσι;
Άμα λοιπόν λες εσύ ότι: «Άνθρωποι είμαστε και εμείς, άνθρωποι και εσείς». Τότε ποια η διαφορά; Θα 'πρεπε να έχουμε κάνει δρόμο πιο πολύ. Είμαστε πίσω. Είμαστε στάσιμοι, ενώ ο κόσμος θα περίμενε πολλά από εμάς. Και ο Θεός, νομίζω θα περίμενε πολλά από εμάς. Και δεν κάνουμε τίποτα απ' αυτά που θα μπορούσαμε.
Λέει ο άγιος Αγάθωνας. (Είδες ξεκινήσαμε τώρα ιστορίες, ο άγιος Αγάθωνας ο ένας, ο άλλος αλλά ένα σύγχρονο περιστατικό δύσκολα να το πω· ή θα πω πέντε-έξι μόνο). Ο άγιος Αγάθωνας, λοιπόν, πήγαινε να πουλήσει. Τι πούλαγε εκεί πέρα; Τα πανέρια του, και όπως πήγαινε, λέει, βρήκε έναν λεπρό στον δρόμο· το ξέρεις. Και του λέει ο λεπρός: «Πάρε με εκεί που πας για να πουλήσεις. Πάρε με, σήκωσέ με». Τον παίρνει στους ώμους του, τον πάει, τον βάζει δίπλα του. Ο άγιος Αγάθωνας πούλαγε. Με το που πουλάει το πρώτο καλάθι, τού λέει ο λεπρός «Το πούλησες»; «Το πούλησα». «Πόσο το πούλησες»; Του λέει ο άγιος Αγάθωνας «τόσο». Του λέει ο λεπρός «Να σου πω. Μου παίρνεις μια πίτα»; Του λέει ο άγιος Αγάθωνας «Ναι, να σου πάρω μια πίτα». Του παίρνει μια πίτα. «Άντε», λέει ο λεπρός «συνέχισε να πουλάς και τ' άλλα». Πούλαγε. Του λέει ο λεπρός: «Το δεύτερο πανέρι, να σου πω, πόσο το έδωσες»; Του λέει ο άγιος Αγάθωνας, αυτό έκανε τόσο. Να σου πω λέει ο λεπρός «Μου παίρνεις και κάτι άλλο»; Άρχισε και ζήταγε. Κάι ό,τι πούλαγε ο άγιος Αγάθωνας, ο λεπρός του ζήταγε ν' αγοράζει πράγματα. Δεν τον άφηνε να βάζει τα λεφτά στην τσέπη του. Να τα μαζεύει. Του έλεγε μου παίρνεις εκείνο, μου παίρνεις το άλλο. Δηλαδή, πώς λέμε, «Πάρε μου μια κόκα-κόλα, πάρε μου και ένα σάντουιτς, πάρε μου και μια εφημερίδα τώρα. Πάρε μου μετά και ένα παγωτό να δροσιστώ». Και τίποτα δεν έμεινε στον άγιο Αγάθωνα, στην τσέπη. Ό, τι πούλαγε, τα έδινε στο λεπρό. Στο τέλός του λέει ο λεπρός: «Έχεις τίποτα άλλο να πουλήσεις»; Του λέει ο άγιος Αγάθωνας: «Όχι, ό,τι είχα τα πούλησα όλα. Και ό,τι είχα στα 'δωσα τελικά. Πάω να φύγω τώρα, πάω στο κελάκι μου». Και του λέει ο λεπρός «Πού πας τώρα; Πάρε με πάλι, να με πας από εκεί που με πήρες. Να με αφήσεις εκεί που με βρήκες. Σε παρακαλώ! Μπορείς»; Ε, τον πήρε. Είχε βαρύνει εν τω μεταξύ αυτός. Είχε φάει. Είχε όλα τα καλά. Τον πήγε πάλι και τον άφησε στη θέση του. Τον αφήνει κάτω. Και πάει να φύγει. Και ακούει τη φωνή του λεπρού, να λέει: «Ευλογημένος να είσαι», Κέες «Αγάθωνα και στον ουρανό και στη γη. Γιατί είσαι άνθρωπος του Θεού. Είσαι άνθρωπος του Θεού, αληθινός»!..
Όχι λόγια. Από το πρωί ως το βράδυ σου 'βγαλα το λάδι και εσύ δέχτηκες να σε ξεζουμίσω. Γιατί είχες αγάπη και δεν φοβήθηκες από το ξεζούμισμα αυτό. Γιατί θα έβγαινε συνέχεια αγάπη, αγάπη, αγάπη και δεν ήσουν υποκριτής. Δεν ήσουν ψεύτης. Δεν ήσουν ένας Χριστιανός, έτσι, της φινέτσας, του εξωτερικού τύπου. Ήσουν αληθινός· και το απέδειξες. «Ευλογημένος να είσαι», του λέει, «Αγάθωνα, από το Θεό».
Και γυρίζει να τον δει, ο άγιος Αγάθωνας, το λεπρό και είχε εξαφανιστεί! Δεν ήταν λεπρός. Ήταν Άγγελος του Θεού, που ήθελε απλώς ο Θεός, να διαπιστώσει και να δοκιμάσει και ν' αποδείξει και σε όλους εμάς που το βλέπουμε, και τώρα το συζητάμε ότι ο άγιος Αγάθωνας… [Αγάθων: ωραίο όνομα, έχω και φίλο στο Αγιο Όρος, ο πατήρ Αγάθων]. Ωραίο όνομα. Αλλά, το βίωμά του, πιο ωραίο! Αληθινός άνθρωπος του Θεού.
Εγώ, δεν θα το 'κανα αυτό. Δεν το λέω για να καυχηθώ. Ακόμα και η μετάνοια μου, για καύχηση είναι. Αλλά είναι προς ντροπή μου που το λέω αυτό. Δεν θα μπορούσα να το κάνω αυτό. Πες ότι κάνω ένα Ευχέλαιο και μου δίνει κάποιος χρήματα και βγαίνω έξω και μου λέει ένας: «Πόσα έβγαλες»; «Τόσα». «Πόσα σου δώσανε; Δώστα μου όλα»! Θα του έλεγα: «Όλα; Ξέρεις μου έχουν δώσει τριάντα ευρώ. Πενήντα ευρώ. Τι τα θέλεις πενήντα ευρώ»; «Μα γιατί να μην μου τα δώσεις; Δώστα μου όλα»!
Το καταλαβαίνεις τώρα αυτό το πράγμα; Δηλαδή, έχουμε φτάσει σε μια τεράστια απόσταση. Θεωρούμε ότι κάποιοι τα έκαναν αυτά, και πιστεύουμε ότι εμείς δεν μπορούμε να κάνουμε παρόμοια πράγματα. Γιατί δεν μπορούμε; Δεν ξέρω γιατί. Εγώ δεν τα κάνω, σου λέω. Μην μου πεις ότι σε μαλώνω. Δεν σε μαλώνω, γιατί ούτε και εγώ τα εφαρμόζω αυτά. Αλλά σήμερα, θέλω να αναρωτηθώ μαζί σου. Μαζί μου. Αναρωτιέμαι…